Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2009

"Τι με κοιτάζεις Ρόζα...Συγχώρα με που δεν..."

Σαλαμίνα τε τας νυν ματρόπολις των δ' αιτία στεναγμών.
Αχνιστός καφές.
Αύριο μπαίνω στο Σεφέρη.
Βρίσκομαι σε κάποιο ακρογιάλι. Πότε ήλιος και πότε ψιλή βροχή.
Είναι φθινόπωρο. Νοέμβρης του 1953.
Απολαμβάνω γουλιά γουλιά τον καφέ μου.
Κάτι τέτοιες στιγμές νιώθω τόσο πλήρης. Ακέραιη.
Τότες άκουσα βήματα στα χαλίκια.
Κι ο χτύπος του τηλεφώνου. Πάντα ενοχλητικός.
'Ενα σπίτι που έχει φοβία στα τηλέφωνα. Κανείς δε θέλει να τα απαντήσει. Ποτέ.
Χρειάζεται θάρρος να σηκώσεις το ακουστικό.
Κι ακούω τα βήματα. Και την ανάσα.
Εκείνη την ανάσα που παίρνεις για να πάρεις δύναμη. Από αυτόν που πήρε την απόφαση.
Η Ροζαλίντα είναι άρρωστη.
Το όνομα η γιαγιά το έδωσε από ένα Βραζιλιάνικο που έβλεπε. Μάταια ο παππούς της εξηγούσε πως στα σκυλιά δίνουμε δισύλλαβα ονόματα για να τα μαθαίνουν. Ροζαλίντα το λένε το σκυλί, Ροζαλίντα είναι το όνομα του.
60 χρόνια σύζυγος κτηνιάτρου, μητέρα δύο κτηνιάτρων και γιαγιά ενός, πήρε τη μητέρα μου τώρα που αρρώστησε η Ρόζα..
Οχι καλό σημάδι.
Τέσσερα αυτοκίνητα φύγαμε.
Άξαφνα περπατούσα και δεν περπατούσα.
Μπήκα στο πλιθαρένιο σπίτι της γιαγιάς.
Δεν ήρθε να με καλωσορίσει κανείς, να πεταχτεί πάνω μου, να μου κάνει χαρούλες.
Τόσα χρόνια έτσι...
Η οικογένεια μαρμαρωμένη. Κάτω η Ρόζα.
Τρέχω στο τηλέφωνο.
Δεν έχω καθόλου καλή σχέση με αυτή τη συσκευή. Απ' την οικογένεια μου το κληρονόμησα. Άμα χτυπά στο σπίτι κανείς δε θέλει να το απαντήσει. Ποτέ.
-Θείε η Ρόζα βγάζει αφρούς.
- Η γλώσσα της είναι μαύρη?
- Είναι μούσκεμα το σκυλί θείε, αφρίζει.
- ...
-Τι να κάνουμε?
- ....
- Πες κάτι, ότι μας πεις θα κάνουμε, τι να κάνουμε?
- ...
-Κάνε κάτι.
- Θα ψοφήσει. Εψατζίεψαν το.
- .....
Ψόφησε, άκουσα τον μπαμπά. Η μάνα μου γονάτισε και το χάιδευε. Η γιαγιά επαναλάμβανε, ήταν η παρέα μου, πάει η παρέα μου. Η αδερφή μου με λυγμούς φώναζε, ποιός μπόρεσε να κάνει κάτι τέτοιο. Εγώ σηκώθηκα κι έφυγα.
Θυμός. Μόνο να ήξερα ποιός το έκανε. Θολώνω.

Αύριο μπαίνω στο Σεφέρη. Κύριε, βόηθα να θυμόμαστε πως έγινε τούτο το φονικό.

Σκυμμένα κεφάλια. Βουρκωμένα μάτια. Κόκκινες μύτες. Δε φελά να μιλάμε.
Η μητέρα καθαρίζει φασολάκια, ο πατέρας βλέπει Λαζόπουλο, η αδερφή είναι στο facebook, εγώ διαβάζω Σεφέρη και η γιαγιά θα ξυπνήσει το πρωί χωρίς τη Ρόζα για παρέα.

Το στέγνωμα της αγάπης. Μέσα σε τρύπιες ψυχές. Κύριε, βόηθα να τα ξεριζώσουμε.

Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2009

"Έχει βρέξει εδώ ψυχή μου; Τι σημαίνουν όλα αυτά;"

Δεν ξέρω πώς έγινε αυτό, αλλά μέσα σε ένα χρόνο, όλοι μου οι φίλοι βρήκαν ταίρια, λογοδόθηκαν κι ετοιμάζονται για γάμους. Όλοι μαζί όμως. Μη μείνει κανείς με το παράπονο.

Πληροφοριακά, όλα τα Σαββατοκυρίακα του Ιουνίου και του Σεπτεμβρίου του επόμενου χρόνου θα είμαι απασχολημένη με το να ψάχνω φουστάνια, να γεμίζω φακελάκια και να τρέχω στους γάμους.

Έτσι όλα τα πράγματα στην παρέα άλλαξαν φέτος. Όλα όμως. Νιώθω το κλίμα στις συναντήσεις μας πια μουδιασμένο, μην πω βαρύ κι ακουστεί κάπως. Μου τηλεφωνούν για καφέ κι εμένα η σκέψη μου είναι πάλι να βγω με τα ζευγάρια? Κι όταν εγώ θέλω να πάω για καφέ, κάνω χίλιες σκέψεις πια, μήπως τους ενοχλήσω, μήπως θέλουν να βγούν μόνοι τους κι άμα τελικά το κάνω, πρέπει να ρωτήσουν τα έτερα τους και να δούμε. Κι όταν τελικά βλέπουμε τρέμει η ψυχή μου μήπως ξεκινήσουν και μιλούν πάλι για τα catering, τις αίθουσες δεξιώσεως, τα λουλούδια και τα λουκούμια και εννοείται πως γι αυτά ξεκινούν και μιλούν - γιατί αυτό απασχολεί τα πλάσματα πώς να το κάνουμε τώρα- κι ενώ στην αρχή ένα ενδιαφέρον το είχε, τώρα πια μπορώ και να κόψω τις φλέβες μου από τη βαριεστημάρα. Αμ το άλλο? Που κάθονται όλοι κι ονειρεύονται hen s night στην Αθήνα. Δε μπορώ να καταλάβω σε ποιόν νομίζουν πώς απευθύνονται. Διότι αν έδωσα την εντύπωση πως είμαι η εγγονή του Ωνάση, δεν είμαι.

Η μάνα μου παρακολουθόντας την κατάσταση έχει αφηνιάσει. Τι κακό μεγάλο που έπαθε που της ξέμεινε η κόρη. Το τι εξάψαλμους ακούω δεν περιγράφεται. Που ο νους μου είναι πάνω από το κεφάλι μου και μόνο να γυρίζω με ενδιαφέρει και δεν είμαι ικανή να έβρω έναν άντρα και δεν βλέπω που όλες μου οι συμμαθήτριες και οι ξαδέλφες και οι φίλες επαντρευτήκαν κι αυτή στην ηλικία μου είχε δυο παιδιά κι εγώ γιατί όχι και τα χρόνια περνούν και γιατί όλος ο κόσμος έκανε κοπελλούθκια κι αυτή έκανε εμένα...

Σύμφωνα με μια έρευνα -που άκουσα κάπου στην τηλεόραση και δεν έχω ιδέα πόσο αξιόπιστη μπορεί να είναι- στην Κύπρο αναλογούν τέσσερις γυναίκες για κάθε άντρα. Αν συνυπολογίσει κανείς αυτούς που είναι με ξένες και τους gay και το γεγονός ότι σε αυτό το νησί όλοι μικροπαντρεύονται άρα 30αρης και single δεν πολύ αφθονεί γίνεται αμέσως αντιληπτό πως τα πράγματα είναι μάλλον δυσοίωνα.

Κι ανάμεσα στους γάμους όλων μου των φιλενάδων, στο μουρμουριτό της μάνας μου και τις έρευνες, εγώ. Σε κατάσταση αποχαύνωσης και shock. Που πάντα πίστευα πώς είμαι πολύ μικρή για όλα και -ξαφνικά, χωρίς καμιά προειδοποίηση- έγινα πολύ μεγάλη.
Όλα είναι πρωτόγνωρα για μένα. Και οι καταστάσεις και οι σκέψεις. Πολλές σκέψεις. Που αν κάποτε μου έλεγες πως θα έκανα θα σε έβγαζα τρελλό. Πώς να δράσω και πώς να μην. Αντιδράσεις πανικού. Λάθη. Κι όλοι έτοιμοι να με κρίνουν. Κατακρίνουν.


Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2009

Αποχή

Είπα
αυτό τον καιρό
να απέχω από το ιντερνετ
μήπως και
μετέχω στη ζωή.
Μπα...