Σάββατο 28 Αυγούστου 2010

Μπαμ

         Το κακό με το να είσαι άθρησκος είναι πως μέσα σου ξέρεις πως αυτοί που πρέπει να πληρώσουν για όσα κακά έχουν κάνει δε θα τιμωρηθούν ποτέ. Κι εσύ μένεις έτσι. Ανεξιλέωτος. Αυτό είναι που προσπαθώ να αποδεχτώ αυτές τις μέρες. Πονάει. Μα τα πράγματα έτσι έχουν. Έτσι μου δείχνουν τέλος πάντων.
         Και το χειρότερο. Δεν έχουνε συνείδηση. Όχι οι άθρησκοι, αυτοί που πρέπει να πληρώσουν. Γιατί εντάξει, να μείνεις ατιμώρητος, μέσα σου είσαι ήσυχος? Πώς κοιμάσαι τα βράδια? Είσαι ήσυχος?
Πολλά περιμένω μάλλον από τους ανθρώπους.


         Σήμερα ξύπνησα με μάτια πρησμένα τόσο που δύσκολα μπορώ να τα κρατήσω ανοιχτά. Και το κεφάλι μου πονάει τόσο που νομίζω θα εκραγεί. Θα κάνει μπαμ. Χαμόγελο. Κοιμήθηκα λίγο. Γύρισα 5 το ξημέρωμα. Έβγαλα σανδάλια, σωριάστηκα στο κρεβάτι έτσι ντυμένη και βαμμένη κι έβαλα τα κλάματα. Τέτοιες στιγμές είναι που θέλω να πεθάνω και κάνω μακάβριες σκέψεις και τέτοιες στιγμές κλαίω τόσο πολύ που δεν μπορώ να αναπνεύσω και νοιώθω να πνίγομαι και τέτοιες στιγμές μετά φοβάμαι τόσο πολύ που δε θέλω τίποτε άλλο παρά μόνο να ανασαίνω.


         Η μουσική σταμάτησε, τα φώτα άνοιξαν, οι σερβιτόροι βιαστικά μάζευαν τα ποτήρια από τις φωσφοριζέ γλάστρες, ο κόσμος εξαφανίστηκε. Κι εμείς μείναμε βουβές κι ακίνητες. Να φυσάμε καπνούς τα όνειρά μας. Από το ταβάνι κρέμονται παπαρούνες. Χαμόγελο.


  

         Αρνούμαι να αποδεχτώ το μη νόημα.

    

Κυριακή 15 Αυγούστου 2010

Δεκαπενταύγουστος

Από το δωμάτιο στην κουζίνα κι από την κουζίνα στη βεράντα. Ξυπόλητη. Δεκαπενταύγουστος. Τα μάρμαρα καίνε. Έχω ξεμείνει στο χωρίο. Κι ο σκύλος με τρέχει από πίσω. Από το δωμάτιο στην κουζίνα κι από την κουζίνα στη βεράντα. Έχω κάνει πεντικιούρ κι έχω βάλει μάσκα ευκαλύπτου στο πρόσωπο. Μαγείρεψα κι έπλυνα. Διάβασα όλο το Όμικρον του Σεπτέμβρη. Δεν αντάλλαξα κουβέντα με κανένα. Δεκαπενταύγουστος. Έφυγαν όλοι διακοπές κι έμεινα μόνη στο χωριό.

Ανοίγω παντζούρια και μια καυτή αύρα μπαίνει στο δωμάτιο, το δωμάτιο που ώρες πάγωνα. Σκέφτομαι πως δεν έχω λεφτά ούτε για να πεταχτώ στο περίπτερο. Και σκέφτομαι ξανά πως την ζωή δεν είναι έτσι που την ονειρεύτηκα. Μα σκέφτομαι πάλι πως δεν πειράζει. Γιατί σκέφτομαι πως θεωρητικά βρήκα λύση. Η λύση είναι κι ο στόχος που πρέπει να επιτευχθεί. Ξαναδιαβάζω την πρόταση. Αυτό είναι και το λάθος μου, χρησιμοποιώ παθητικούς χρόνους λες και φοβάμαι την ενέργεια. Δεν είναι μόνος του ο στόχος να επιτευχθεί. Εγώ πρέπει να τον επιτύχω. Οι σφυγμοί μου ανεβαίνουν, σήμερα θα εξατμιστώ.

Βγήκα να ποτίσω το χωράφι. Μάζεψα σύκα. Τα βράδια στ΄ αλήθεια δεν μπορώ να κοιμηθώ. Ξαπλώνω μπρούμυτα κι ακούω την καρδιά μου να χτυπά. Το κρεβάτι τρίζει στον ρυθμό της. Με έχει ξετρελάνει αυτή η απόφαση.
Νιώθω παράταιρη. Με το λουλουδάτο φόρεμα και το καρπουζί χρώμα στα νύχια να ποτίζω πιπεριές και ντοματιές.
Του έστειλα ευχές με μήνυμα. Γέμισα λάσπες. Γυρνώ το λάστιχο πάνω μου, μύρισε χώμα. Απάντηση. Αγάπη μου.. Νευριάζω. Δεν είμαι αγάπη κανενός. Ποτέ δεν ήμουν. Κι ούτε που με νοιάζει. Δεν συμπεριέλαβα κανέναν στο πρόγραμμα.

Δεκαπενταύγουστος, έχει νυχτώσει κι είναι ωραία. Αν δεν με τσιμπούσαν και τα κουνούπια θα ταν πιο ωραία. Δεν έχω κάτι για να περάσω το βράδυ κι έλεγα να γράφω ώσπου να με πονέσουν τα δάχτυλα. Μα μ' έχουν κατατσιμπήσει τα κουνούπια. Σταματώ για να ξυστώ. 
    

Τρίτη 10 Αυγούστου 2010

Τεντωμένο σχοινί

Το μαγαζί το κλείσαμε όπως καταλάβατε λόγω απόγνωσης. Κλειδωθήκαμε στο σπίτι μέρες, κλάψαμε τη μοίρα μας, κάναμε πλούσιο το ντιβιντά της γειτονιάς, είδαμε ότι είχε το κατάστημα σε δράμα, σπαράξαμε από τη συμπόνια για τα κακά που περνούσαν οι σταρ, τραγουδήσαμε με όλη τη δύναμη της φωνής μας ψυχοπονιάρικα τραγούδια, χτυπήσαμε το κεφάλι μας στον τοίχο, αναρωτηθήκαμε τι αμαρτίες πληρώνουμε, απορήσαμε γιατί όλων ο τροχός γυρίζει κι εμάς έμεινε με σκασμένο λάστιχο να μας πατά, είδαμε κι απoείδαμε κι είπαμε να σηκωθούμε. 

Δεν είναι ξέρεις να σε βοηθήσει άλλος να σηκωθείς. Ή που θα πάρεις την απόφαση εσύ, θα βρεις τη δύναμη, δεν ξέρω κι εγώ από πού και θα πεις ξαναπροσπαθούμε. Και ξαναπροσπαθούμε. Απλά είναι τόσες οι φορές πια, που ξαναπροσπαθείς χωρίς όμως στην πραγματικότητα να ελπίζεις. Συνήθισες κιόλας την αποτυχία κι η επιτυχία σου ναι ξένη. Είσαι σχεδόν σίγουρος πως απλά θα κάνεις μια μικρή απόσταση σερνόμενος προτού ξανά να πέσεις. Αλλά και τι να κάνεις, να τα παρατήσεις δε σου πάει κι έτσι να μας ξανά στον αγώνα.

Μα να σου πω και την αλήθεια. Άμα βλέπεις πως το πράμα είναι αδιέξοδο, άλλαξε και στόχους. Άλλαξε προσανατολισμό. Αυτό πήρα απόφαση να κάνω. Τα σχεδίασα όλα ξανά από την αρχή, έβγαλα πρόγραμμα και θα το ακολουθήσω. Μα στο λέω. Αν δεν πετύχει πάλι, θα κρεμαστώ. Μετά να ξέρεις να πάρεις το φίλο μου το Χρήστο να με ξεκρεμάσει. Το χει ξανακάνει. Ξέρει.